Το τέλος του λαϊκισμού προϋπόθεση για νέο ξεκίνημα
*Άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στο Liberal.gr
Η ποιότητα ζωής των Ελλήνων μειώνεται δραματικά. Δεν είναι σχήμα λόγου, αλλά μία πραγματικότητα. Σύμφωνα με την έκθεση «Συνθήκες διαβίωσης στην Ελλάδα» που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ το Σεπτέμβριο, περίπου 231.000 παιδιά μεγαλώνουν σε οικογένειες χωρίς κανένα απολύτως εισόδημα. Σχεδόν το 40% του πληθυσμού της χώρας δεν έχει πρόσβαση σε βασικά υλικά αγαθά και υπηρεσίες. Οκτώ στους δέκα Έλληνες προσπαθούν σε σταθερή βάση να περικόψουν τα έξοδα του νοικοκυριού τους, αγοράζοντας φτηνότερα τρόφιμα και μειώνοντας τις δαπάνες για διασκέδαση και ρουχισμό.
Παίρνοντας επώδυνα μέτρα, η προηγούμενη κυβέρνηση είχε ωθήσει την Ελλάδα προς την σωστή κατεύθυνση, ωστόσο η πορεία αυτή ανακόπηκε. Αυτό άλλωστε είχε επιβεβαιώσει με τις δηλώσεις του ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ[1]: «Η οικονομία είχε αρχίσει και πάλι να αναπτύσσεται, οι εξαγωγές αυξάνονταν το 2014 με ταχύτερους ρυθμούς σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ πλην της Ιρλανδίας, ένα σημάδι ότι η ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε σημαντικά, όλο και περισσότεροι άνθρωποι έβρισκαν δουλειά και η Ελλάδα ήταν σε θέση να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων. Με τη νέα κυβέρνηση αυτή η τάση διεκόπη απότομα». Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων. Η πολιτική της υπερφορολόγησης προκειμένου να εξασφαλιστούν πόροι για τα συμφέροντα «ημετέρων» καταστρέφει την επιχειρηματικότητα. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας[2], η φορολογική επιβάρυνση του συνόλου των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων είναι στην Ελλάδα 51,9%, τη στιγμή που στην Κύπρο είναι 24,4% και στη Βουλγαρία 27%. Τα δεδομένα αυτά θέτουν σε κίνδυνο την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, όπου πολλές από αυτές να επιλέγουν την μεταφορά τους στο εξωτερικό ή να οδηγούνται στο λουκέτο (πρόσφατο παράδειγμα το εργοστάσιο PEPSICO–ΗΒΗ στα Οινόφυτα).
Η ανάπτυξη στη χώρα μας θα έρθει από τον ιδιωτικό τομέα. Από τις μεγάλες ξένες επενδύσεις, αλλά και από την κινητοποίηση του εγχώριου επιχειρηματικού δυναμικού. Μεγάλο εμπόδιο σε αυτή την προσπάθεια αποτελεί η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η οποία είναι προσκολλημένη στις ιδεοληψίες του παρελθόντος της. Το καλό σενάριο είναι να επιστρέψει η χώρα στο τέλος του 2017 εκεί που βρισκόταν τον Δεκέμβριο του 2014 και αυτό η κυβέρνηση το θεωρεί επιτυχία. Οι προϋποθέσεις όμως είναι πολύ χειρότερες. Το τραπεζικό σύστημα είναι νεκρό, τα διαθέσιμα εισοδήματα μειώνονται, η κατανάλωση υποχωρεί σε ιστορικά χαμηλά, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το κράτος αυξάνονται, τα ασφαλιστικά ταμεία στο κόκκινο, οι επενδύσεις έχουν βαλτώσει. Σε όλα αυτά η κυβέρνηση ονειρεύεται την αυτόματη ανάπτυξη και την επιστροφή στις αγορές.
Σήμερα στην ελληνική κοινωνία υπάρχει διάχυτο το αίσθημα της απογοήτευσης και του πεσιμισμού. Κανείς δεν πιστεύει ότι οι επόμενοι μήνες θα βελτιώσουν τη ζωή του. Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών γυρνούν την πλάτη στα ψέματα και στις υποσχέσεις της κυβέρνησης η οποία φαίνεται να έχει χάσει οριστικά την αξιοπιστία της. Οι πολίτες αναζητούν διέξοδο στα αδιέξοδα. Και διέξοδος υπάρχει. Απαιτείται όμως πολιτική αλλαγή. Μία πολιτική αλλαγή βασισμένη στην ειλικρίνεια και την αλήθεια.
Αυτήν την απαραίτητη συνθήκη υπηρετούμε στη Νέα Δημοκρατία. Μία «Συμφωνία Αλήθειας» για το σήμερα και το αύριο του τόπου μας. Μακριά από δημαγωγικές προσεγγίσεις, μαγικές συνταγές και επίκληση του λαϊκισμού. Παρουσιάζουμε έναν οδικό χάρτη με συγκεκριμένα βήματα, για την Ελλάδα της νέας εποχής. Την Ελλάδα της Αριστείας, του μόχθου, μία χώρα ανοικτή στον κόσμο και στις προκλήσεις του, ανταγωνιστική, φιλική στην επιχειρηματικότητα, την καινοτομία, και τις επενδύσεις. Αυτή είναι η Ελλάδα που αξίζει στου Έλληνες, αυτή την Ελλάδα καλούμαστε να κάνουμε πράξη.
[1] http://www.megatv.com/megagegonota/article.asp?catid=27370&subid=2&pubid=35306063
[2] Έρευνα του ΕΒΕΑ με τίτλο «Ποιος διώχνει τις επιχειρήσεις από την Ελλάδα».